Διαβάζετε: Eminens
_______________________
Μεταφράζεται:
Υπεροχή
Εξοχότης/α
Περιωπή
Ύψωμα
_______________________
ουσ. ανάδεικη σε εξέχουσα θέση, αρίστευση, κατάκτηση διάκρισης: he rose to eminence in his profession διέπρεψε στο επάγγλεμά του #(απάρχ.) έξαρμα του εδάφους# (με κεφ.) (ως προσφώνηση καρδινάλου:) αγιότης: his eminence η αγιότητά του